- ιωτακιστής
- ὁ [ιωτακίζω]οπαδός τού ιωτακισμού*.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ιωτακιστής — ο αυτός που ακολουθεί την προφορά του ιωτακισμού … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)